Ο Νεοκλής Παναγιώτου, σαν μέλος της ΕΟΚΑ 55-59 που έδρασε ενάντια στην αποικιοκρατική Αγγλική αυτοκρατορία που κατείχε την Κύπρο, αγωνίστηκε για την Απελευθέρωση του νησιού με σκοπό την Ένωση του με τον Ελληνικό κορμό. Σαν μάχιμος αντάρτης της Κυπριακής οργάνωσης, είχε την τύχη αλλά και την ατυχία να μην σκοτωθεί από βόλια των εχθρών του. Σκοτώθηκε δύο χρόνια μετά το τέλος του αγώνα και όταν στο νησί υπήρχε κάποιας μορφής «ανεξαρτησίας» και «δημοκρατίας».
Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες σκοτώθηκε, είναι σαφώς εγκληματικές. Ο θάνατος του ποτέ δεν διερευνήθηκε και ποτέ κανένας δεν ανάλαβε την ήδη υπάρχουσα ευθύνη. Τα σκοτεινά χρόνια που επακολουθήσαν το τέλος της ένοπλης εξέγερσης των Κυπρίων, ίσως στο μέλλον, να χαρακτηριστούν σαν τα χειρότερα που πέρασε το νησί στην 10 χιλιάδων ετών ιστορία του.
Για την δράση του και τον ηρωισμό του, φίλοι και συναγωνιστές έκτισαν ένα μνημείο. Το έκτισαν στην είσοδο του χωριού που τον γέννησε και τον γαλούχησε με τα ιδανικά της Ελευθερίας. Στην είσοδο του χωριού, που τον έμαθε πως «είναι μεγάλη ευθύνη να λέγεσαι Έλληνας». Το έκτισαν στην Παραμύθα Λεμεσού.
Ο Ανδριάντας του Ήρωα, με μια τεράστια δρασκελιά, πατά σε κάθε γωνιά της Κύπρου. Με το ένα πόδι πατά στον Πενταδάκτυλο και με το άλλο στην κορυφή του Ολύμπου, προστατεύει έτσι το νησί από κάθε κίνδυνο.
Το Ηρώο στρωμένο με άσπιλο μάρμαρο που φέρει τα χρώματα της Πάτριας γης και πάνω σε αυτό δυο τεράστιοι ογκόλιθοι δημιουργούν χώρο για να πατήσει ο Ήρωας. Πίσω από τον Ανδριάντα, πάνω σε τοίχο επενδυμένο με κατάλευκο μάρμαρο, υπάρχουν στήλες από μαύρο γρανίτη , στις οποίες με χρυσά γράμματα, αναγράφονται οι αντάρτες, οι αγωνιστές, οι νεκροί και τα χωριά που περιλαμβάνονταν στο τομέα Φασούλας – Παραμύθας.
Δυο σημαίες, η Ελληνική που τόσο αγάπησε και η Κυπριακή που δεν πρόλαβε να δει, τον συντροφεύουν στην αιωνιότητα.